dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κάνω αίτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich bewerben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάνω αίτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beantragen
Ⓦ
Ⓖ
…